ΣΥΝΕΚ-Απόφαση Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης -Νοέμβριος 2019

 

ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΜΕΝΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ

Νοέμβριος 2019

Απόφαση Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης

Στην εκλογική μας διακήρυξη για το 19ο συνέδριο της ΟΛΜΕ εκτιμούσαμε ότι η περίοδος Μάη-Ιούνη του 2019 θα είναι μία κομβική χρονική στιγμή για τις πολιτικές  και κοινωνικές εξελίξεις στη χώρα, κυρίως λόγω των εκλογικών αναμετρήσεων .

Μετά το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών, σε ένα πολιτικό κλίμα ιδιαίτερα φορτισμένο από σκόπιμη πόλωση και κατασκευασμένη προπαγάνδα, οδηγηθήκαμε σε πρόωρες βουλευτικές εκλογές (7 Ιούλη 2019), το αποτέλεσμα των οποίων (αυτοδυναμία ΝΔ με 39,4%) ανέκοψε την πορεία ενός χωρίς ιστορικό προηγούμενο κυβερνητικού εγχειρήματος με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ.

Η κυβέρνηση της αριστεράς, ακόμα και μετά από τον επώδυνο συμβιβασμό του 3ου Μνημονίου (Ιούλιος 2015), προσπάθησε να αντιμετωπίσει την καταστροφική για την κοινωνία ανθρωπιστική κρίση, να ολοκληρώσει το επιβεβλημένο μνημονιακό πρόγραμμα (Αύγουστος 2018) και να ισχυροποιήσει τη χώρα, τόσο οικονομικά όσο και στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων.

Η αυτοδυναμία της ΝΔ, ως αποτέλεσμα  των εκλογών της 7ης Ιουλίου 2019, σήμανε το πισωγύρισμα σε νεοφιλελεύθερες πολιτικές, χαρακτηριστικές ενός εκσυγχρονισμένου δεξιού παλαιοκομματισμού. Ωστόσο, το υψηλό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί ισχυρή προοπτική ώστε να γίνει η δεξιά διακυβέρνηση παρένθεση, μέσα από την ανασυγκρότηση των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων.

Οι θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού με τις εθνικιστικές, σκοταδιστικές και ακροδεξιές αποκλίσεις τους, όπως φάνηκε από τους πρώτους κιόλας μήνες μιας νεποτικής, ρεβανσιστικής και αυταρχικής διακυβέρνησης, έχουν ως μοναδικό στόχο να αλώσουν το κράτος και να ιδιωτικοποιήσουν ό,τι απέμεινε όρθιο, παραδίδοντας τη χώρα και τους εργαζόμενους στις πιο ακραίες δυνάμεις της αγοράς, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των ισχυρών ελίτ και διαφυλάσσοντας τα κέρδη και την ασυλία τους.

Το αμέσως επόμενο διάστημα, συνεπικουρούμενοι και από τη συντονισμένη επικοινωνιακή προπαγάνδα των ελεγχόμενων ΜΜΕ, θα εντείνουν την ανοικτή και ολομέτωπη επίθεση κατά των δικαιωμάτων των εργαζομένων και της συλλογικής και συνδικαλιστικής τους έκφρασης, ακυρώνοντας όσα θετικά βήματα έγιναν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 4 χρόνων, μεθοδεύοντας την αμαύρωση του έργου  της αριστερής διακυβέρνησης και την απαξίωση της ιδεολογικής και ηθικής «ηγεμονίας» της αριστεράς.

Για την ελληνική κοινωνία και τους εργαζομένους, που δεν πρέπει να ξεχνούν ποιοι ευθύνονται για τη χρεωκοπία, τα μνημόνια, τη φτωχοποίηση και τη διάλυση της κοινωνικής συνοχής, η κατάσταση που διαμορφώνεται αποτελεί ιστορική πρόκληση.

Το συνδικαλιστικό κίνημα οφείλει να σταθεί ανάχωμα στα νεοφιλελεύθερα πισωγυρίσματα, συμβάλλοντας αποφασιστικά στη συσπείρωση στα σωματεία και τη διεκδίκηση λύσεων μέσα από την ανάπτυξη μαζικών αγώνων που θα εξυπηρετούν λαϊκές και κοινωνικές ανάγκες, θα προασπίζουν τα κοινωνικά αγαθά, θα αναδεικνύουν την παγκόσμια απειλή της κλιματικής αλλαγής λόγω της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, θα υπερασπίζονται σταθερά τις αξίες του σεβασμού, της διαφορετικότητας και της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών ενάντια στους πολέμους και τις τραγικές συνέπειές τους για τους λαούς, δημιουργώντας ρωγμές στις νεοφιλελεύθερες και συντηρητικές πολιτικές. Παλεύοντας για την οριστική ανατροπή αυτών των πολιτικών, δημιουργούνται προϋποθέσεις για την υλοποίηση του οράματος μιας δημοκρατικής και δικαιότερης κοινωνίας.

Το 19ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ

Η περίοδος εκλογής των αντιπροσώπων που συνέπεσε με την προεκλογική περίοδο για τις αυτοδιοικητικές-ευρωεκλογές, καθώς και το 19ο Συνέδριο που έγινε λίγο πριν τις βουλευτικές εκλογές, επηρεάστηκαν από τις συνθήκες πρωτοφανούς πολιτικής πόλωσης, αλλά και από τις ανοίκειες και στοχευμένες επιθέσεις απέναντι στις δυνάμεις των ΣΥΝΕΚ.

Παρά τους κινδύνους που υπήρξαν και για το εκλογικό αποτέλεσμα και για το ίδιο το συνέδριο, οι ΣΥΝΕΚ διατήρησαν τις δυνάμεις τους (91 ψήφοι, 3 έδρες στο ΔΣ, 21% του κλάδου), συνεχίζοντας να είναι η δεύτερη δύναμη, ενώ δεν υπήρξε καμία αλλαγή συσχετισμών στο νέο ΔΣ της ΟΛΜΕ.

Πρέπει να καταγραφεί σαν ιδιαίτερα θετικό το γεγονός ότι, παρά τις αρχικές επιφυλάξεις, το 19ο Συνέδριο, με την καθοριστική συμβολή των δυνάμεων των ΣΥΝΕΚ, ολοκληρώθηκε με ομαλό και δημοκρατικό τρόπο, λαμβάνοντας παράλληλα αποφάσεις (διορισμοί-αλλαγές καταστατικού). Οι εξελίξεις αυτές, παρά τις δύσκολες πολιτικές συνθήκες και τις χυδαίες επιθέσεις προς τις ΣΥΝΕΚ, αποτελούν αναμφισβήτητες κατακτήσεις και ανοίγουν δρόμους, ώστε στη νέα πολιτική κατάσταση οι ΣΥΝΕΚ να αποτελέσουν την κυρίαρχη αριστερή δύναμη στο σχεδιασμό των αγώνων για την αντιμετώπιση των κυβερνητικών πολιτικών στην εκπαίδευση, στην εργασία, στο συνδικαλισμό.

Η κατάσταση στη Β/θμια Εκπαίδευση

Το συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών πέτυχε σημαντικές νίκες στα χρόνια της προηγούμενης διακυβέρνησης της χώρας, οι οποίες ήταν κυρίως ο εκδημοκρατισμός των Δομών της Δημόσιας εκπαίδευσης, η ποιοτική αναβάθμιση της ΤΕΕ, η οργάνωση της Προσφυγικής Εκπαίδευσης, η ενίσχυση της Ειδικής Αγωγής. Εντούτοις τα χρόνια των μνημονιακών πολιτικών συσσώρευσαν στα ήδη οξυμμένα προβλήματα και νέα, με αποτέλεσμα να ελαστικοποιηθούν περαιτέρω οι εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών και να επιδεινωθούν οι όροι και οι συνθήκες της εργασίας τους, ενώ ταυτόχρονα παρέμεινε υποβαθμισμένο το ποιοτικό περιεχόμενο της παρεχόμενης εκπαίδευσης.

Είναι προφανές ότι η κατάσταση στην Παιδεία απαιτεί μία ριζική τομή σε όλα τα επίπεδα, ώστε οι νέοι/ες να αποκτούν μέχρι τα 18 μία στέρεη, σύγχρονη, ανθρωπιστική παιδεία αξιών, με γενική γνώση όλων των επιστημών, με σύγχρονες μορφωτικές δυνατότητες και τεχνοεπαγγελματικές γνώσεις, με κριτική ικανότητα και ελεύθερο πνεύμα, που θα διασφαλίζουν την κοινωνική ένταξη και την καταλυτική τους παρέμβαση στη βελτίωση ενός  γρήγορα μεταβαλλόμενου κόσμου.

Στη φάση όμως στην οποία εισερχόμαστε, με τη νεοφιλελεύθερη αντιεκπαιδευτική πολιτική σε εξέλιξη, βασικό καθήκον μας είναι να αποτρέψουμε το αντιδραστικό πισωγύρισμα και να υπερασπιστούμε τις βασικές κατακτήσεις του κλάδου, αποκρούοντας παράλληλα την αναχρονιστική και σκοταδιστική ιδεολογία που προανήγγειλε η νέα υπουργός στο περιεχόμενο της εκπαίδευσης («ιεροδιδάσκαλοι», επιστροφή παλιού αναλυτικού προγράμματος θρησκευτικών με απόφαση του ΣΤΕ, δευτερεύουσες δεξιότητες και έννοιες επιχειρηματικότητας, αγοράς, ανταγωνισμού και αριστείας, κατάργηση κοινωνιολογικού περιεχομένου Ιστορίας, κλπ), ενώ παράλληλα να εντείνουμε τους αγώνες μας για τις διεκδικήσεις του κλάδου στα βασικά αιτήματα του συνδικαλιστικού κινήματος (βλ. «Στόχοι και διεκδικήσεις» στη διακήρυξη των ΣΥΝΕΚ για το 19ο Συνέδριο).

Από τις μέχρι τώρα διακηρύξεις και πρακτικές της κυβέρνησης της ΝΔ, φαίνεται ότι δρομολογούνται άμεσα:

  • η ακύρωση των δρομολογημένων μόνιμων διορισμών στη γενική παιδεία και η πιθανή επαναφορά του γραπτού διαγωνισμού ΑΣΕΠ.
  • η επαναφορά της αυτοαξιολόγησης, της ατομικής και εξωτερικής αξιολόγησης και της κατηγοριοποίησης των σχολείων.
  • η επαναφορά του αυταρχικού επιθεωρητισμού και ανατροπές στις Δομές εκπαίδευσης, νέος νόμος για την επιλογή στελεχών και αποκλεισμός των αιρετών του κλάδου από τα Υπηρεσιακά Συμβούλια.
  • η επίθεση στα μέτρα στήριξης των ΕΠΑΛ, στα διετή προγράμματα ΚΕΕ, στη μαθητεία, αλλά και στη σύνδεση της ΤΕΕ με τις δυνάμεις της αγοράς, χωρίς τους αναγκαίους όρους και τις προϋποθέσεις που διασφαλίζουν το δημόσιο χαρακτήρα της.
  • οι αντιεκπαιδευτικές αλλαγές για μία ακόμα φορά στο Λύκειο που εξαγγέλθηκαν, με Τράπεζα θεμάτων, βαθμό πρόσβασης με συνυπολογισμό του βαθμού και των  3 τάξεων, με επαναφορά της βάσης του 10 και καθορισμό του αριθμού εισακτέων από τα Πανεπιστήμια, θα οδηγήσουν στον αποκλεισμό χιλιάδων μαθητών /τριών από τα ΓΕΛ και από τα δημόσια ΑΕΙ.

Παράλληλα με τους αγώνες μας για την ανάσχεση των παραπάνω, οφείλουμε να υπερασπιστούμε το δικαίωμα στην εκπαίδευση όλων των παιδιών, αποτρέποντας οποιουσδήποτε φραγμούς και αποκλεισμούς (προσφυγόπουλα, Ρομά, παιδιά με αναπηρίες, κρατούμενοι/-ες σωφρονιστικών καταστημάτων κλπ), και να εναντιωθούμε στην περιστολή των δικαιωμάτων των μαθητών (καταστολή μαθητικών κινητοποιήσεων).

Το Συνδικαλιστικό Κίνημα

Η περίοδος που έκλεισε χαρακτηρίστηκε από την ύφεση των αγώνων και την παραπέρα απομάκρυνση των συναδέλφων από τη ζωή των σωματείων (κυρίως από τις ΓΣ των ΕΛΜΕ), χωρίς όμως να σημειωθεί πτώση συμμετοχής στις εκλογικές-συνδικαλιστικές διαδικασίες. Το φαινόμενο οφείλεται, αφενός, στις ελπίδες που είχε δημιουργήσει η κυβέρνηση της αριστεράς, στην αναμονή αρχικά, την απογοήτευση στη συνέχεια με την επιβολή του μνημονίου, καθώς και στην αμηχανία που δημιούργησε η συχνά αντιφατική πολιτική της λόγω καθυστερήσεων, παλινωδιών, λαθών και ατολμίας. Στην κατάσταση αυτή συνέβαλε, αφετέρου, το γεγονός ότι τα αρκετά θετικά μέτρα που έλαβε -παρά τις αντίξοες συνθήκες, τόσο για συναδέλφους όσο και για το δημόσιο σχολείο-δημιούργησαν αίσθηση ασφάλειας κι εφησυχασμού στον κλάδο.  Ακόμα, είναι προφανές  ότι για την ύφεση των αγώνων και την απομάκρυνση των συναδέλφων ευθύνονται οι χρόνιες παθογένειες του συνδικαλιστικού κινήματος (κομματικοποίηση, παραταξιοποίηση, εξαγγελίες αγώνων και παρεμβάσεων χωρίς προετοιμασία, ξύλινος λόγος, ελλιπής συγκρότηση και οργάνωση των συνδικάτων, μαξιμαλισμοί και υποτίμηση των επιτυχιών του σ.κ. και άλλα), οι οποίες οξύνθηκαν.

 

Είχαμε εκτιμήσει τα προηγούμενα χρόνια ότι η αποστράτευση των συναδέλφων/ισσών και η εξατομίκευση τείνει να πάρει μονιμότερα χαρακτηριστικά και αυτό είναι άκρως επικίνδυνο για το μέλλον του συνδικαλισμού. Παρά τις ενωτικές προσπάθειες που έγιναν από τις δυνάμεις μας σε αρκετές ΕΛΜΕ, οι γενικότερες πολιτικές συνθήκες και η δράση των άλλων δυνάμεων της αριστεράς (ΠΑΜΕ-Παρεμβάσεις) με τις συχνά χυδαίες και συκοφαντικές επιθέσεις τους και τη σεκταριστική λογική τους, αντί να προωθούν τη συνεργασία και τη σύνθεση, υποδαύλιζαν ένα διχαστικό και πολωτικό κλίμα που απέτρεπε την  ευρύτερη συμμετοχή των συναδέλφων/ισσών στα σωματεία.

Όμως, στη νέα φάση που μπαίνει η χώρα, με την κυβέρνηση της Δεξιάς και τις πολιτικές που ήδη ξεκίνησαν ενάντια στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις, δημιουργούνται ευνοϊκότερες συνθήκες -προφανώς κάτω από προϋποθέσεις  που έχουν να κάνουν κυρίως με τη δουλειά στα πρωτοβάθμια σωματεία- ώστε να ξεπεραστούν οι μικροπαραταξιακές σκοπιμότητες και να οργανωθεί σε ενωτική – διεκδικητική βάση, η αντεπίθεση των εργαζομένων.

Το κύριο βάρος πρέπει να πέσει:

  • Στην οργάνωση των συναδέλφων/ισσών σε κάθε σχολείο, στην άμεση σύνδεση της ΕΛΜΕ με τα σχολεία, καθώς και στην ανάληψη πρωτοβουλιών που θα διευκολύνουν την καθημερινότητα των συναδέλφων/ιστών και θα επιλύουν εργασιακά τους  προβλήματα,  μέσα από παρεμβάσεις στα σχολεία και κινητοποιήσεις στις Διευθύνσεις.
  • Στην ουσιαστική προετοιμασία των θεμάτων της Γενικής Συνέλευσης μέσα στα σχολεία.
  • Στο αποφασιστικό χτύπημα της παραταξιοποίησης τόσο στα ΔΣ των ΕΛΜΕ όσο και στις ΓΣ, με στόχο την εμπλοκή όλων των συναδέλφων/ισσών στη δημόσια ζωή του σωματείου, στη συζήτηση και την επεξεργασία προτάσεων για τη λύση προβλημάτων.
  • Στη διεύρυνση του περιεχομένου δράσης της κάθε ΕΛΜΕ που θα στηρίζει τις ανάγκες και θα ακουμπάει στα ενδιαφέροντα κάθε συναδέλφου/ισσας, παίρνοντας πρωτοβουλίες σε επίκαιρα εκπαιδευτικά θέματα, και ιδιαίτερα σε ζητήματα περιεχομένου της εκπαίδευσης.
  • Στην ανάπτυξη της δράσης των ΕΛΜΕ και με θέματα παιδαγωγικά- εκπαιδευτικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, περιβαλλοντικά, αθλητικά.

Τα σημεία αυτά επικουρούν τη βασική δράση ΟΛΜΕ-ΕΛΜΕ που σε κάθε φάση οφείλουν να αξιολογούν και να ιεραρχούν τα προβλήματα και τις αιχμές των αιτημάτων, επιλέγοντας μορφές δράσης που μπορούν να συσπειρώσουν τους συναδέλφους και να κάνουν τους αγώνες αποτελεσματικούς.

Το κύριο μέτωπο της δράσης μας σε ΟΛΜΕ-ΕΛΜΕ θα είναι πρωταρχικά η αντιμετώπιση πλευρών της εκπαιδευτικής πολιτικής της κυβέρνησης και η υπεράσπιση κατακτήσεων.

Τα κύρια ζητήματα που αντιμετωπίσαμε με το ξεκίνημα της σχολικής χρονιάς ήταν αυτά που σχετίζονταν με τη λειτουργία των σχολείων με το άνοιγμά τους (αναπληρωτές, τμήματα, θεσμικές ακυρώσεις κατακτήσεων κλπ), καθυστέρηση στους διορισμούς ειδικής αγωγής, πάγωμα των διορισμών γενικής αγωγής για τα δύο επόμενα χρόνια, καθώς και η επίθεση στα συνδικαλιστικά δικαιώματα (ηλεκτρονικό μητρώο συνδικαλιστών-χτύπημα απεργίας). Στην περίοδο που ακολουθεί θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε ακόμα ζητήματα εργασιακά-οικονομικά-συνταξιοδοτικά-αξιολόγηση-αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, αλλαγές στη διοίκηση (ρόλος δ/ντη), νέες δομές στην εκπαίδευση, αλλαγές στο λύκειο (επαναφορά τράπεζας θεμάτων και βάσης του 10, συνυπολογισμός των βαθμών των τριών τάξεων του λυκείου στο απολυτήριο).

Ιδιαίτερα η επίθεση στα συνδικαλιστικά δικαιώματα είναι πολύ σοβαρό και επικίνδυνο θέμα. Στην ουσία πρόκειται για κατάργηση του δικαιώματος της απεργίας και  των συνδικαλιστικών/καταστατικών διαδικασιών των σωματείων. Είναι κορυφαίο ζήτημα δημοκρατίας και πρέπει να αποτραπεί από τη μαζική αντίδραση των συνδικάτων. Συνάμα πρέπει να γίνει συστηματικά οργανωμένη συζήτηση με τους συναδέλφους/ισσες στα σχολεία, ώστε να συνειδητοποιήσουν ότι η αποχή από τις διαδικασίες του κλάδου ανοίγει την όρεξη στις πιο αντιδραστικές δυνάμεις για  να καταργήσουν θεμελιώδη δικαιώματα.

Υπερασπιζόμαστε και διευρύνουμε τις κατακτήσεις μας